«Ξένοι πράκτορες»: γιατί οι δημοσιογράφοι εγκαταλείπουν τη Ρωσία

Η Ρωσία έχει μέχρι και τις μέρες μας ορισμένους από τους πιο ικανούς και θαρραλέους δημοσιογράφους της Ευρώπης. Ακούγεται παράξενο, με δεδομένο ότι σχεδόν το σύνολο των τηλεοπτικών καναλιών και των μεγάλων μέσων ενημέρωσης της χώρας όχι μόνον είναι ελεγχόμενα και μεταδίδουν αποκλειστικά την προπαγάνδα του Κρεμλίνου, αλλά και την εξάγουν στις άλλες χώρες μέσα από διαύλους όπως το Russia Today. Η μικρή «χαραμάδα» που υπήρχε από τη δεκαετία του 1990, η οποία επέτρεπε σε ορισμένους δημοσιογράφους να κάνουν με αυταπάρνηση τη δουλειά τους, κινδυνεύοντας βέβαια με ποινικές διώξεις ή ακόμα και με φυσική εξόντωση, κλείνει με μεγάλη ταχύτητα τους τελευταίους μήνες.

Εκτός από τις ποινικές διώξεις που αντιμετωπίζουν διάφοροι δημοσιογράφοι (όπως και αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί), το νέο εργαλείο με το οποίο οπλίστηκε η μηχανή διώξεων του Κρεμλίνου ονομάζεται «ξένος πράκτορας». Πρόκειται για έναν χαρακτηρισμό που αυτόβουλα και χωρίς καμία δικαστική διαδικασία προσάπτουν οι ρωσικές Αρχές σε φυσικά πρόσωπα και φορείς οι οποίοι απαντούν σε κάποιες από τις προϋποθέσεις που έχουν ορίσει, κυρίως στο αν λαμβάνουν χρηματοδότηση από το εξωτερικό. Δεν διευκρινίζεται ούτε το ποσό ούτε ο σκοπός της χρηματοδότησης, γι’ αυτό αν για παράδειγμα κάποιος συμμετείχε σε επιδοτούμενο επιμορφωτικό πρόγραμμα ή έλαβε δώρο Χριστουγέννων σε έμβασμα από τη θεία του που μένει σε άλλη χώρα, μπορεί να θεωρηθεί «ξένος πράκτορας».  

Με αυτόν τον τρόπο στη λίστα των «ξένων πρακτόρων» έχουν καταλήξει περισσότεροι από 100 φορείς και ανεξάρτητα πρόσωπα, με αποτέλεσμα να έχουν επιπλέον σειρά από πρόσθετα προβλήματα (γραφειοκρατικά, φορολογικά, χρηματοδότησης, διαφήμισης), τα οποία συχνά δεν είναι συμβατά με τη συνέχιση της δραστηριότητάς τους. Ως «ξένοι πράκτορες» μπορούν να χαρακτηριστούν και εκείνοι που «συνεργάζονται» με αυτούς που ήδη έχουν χαρακτηριστεί ως «ξένοι πράκτορες». Βεβαίως το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η αντιμετώπιση της κοινωνίας. Καλύτερα απ’ όλους το περιέγραψε ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Νόβαγια Γκαζέτα» Ντμίτρι Μουράτοβ στην ομιλία που εκφώνησε κατά την παραλαβή του Νομπέλ Ειρήνης στις 10 Δεκεμβρίου: «Στη Ρωσία αυτό σημαίνει ένα: “εχθρός του λαού”. Πολλοί συνάδελφοί μας έμειναν χωρίς δουλειά. Κάποιοι είναι αναγκασμένοι να φύγουν από τη χώρα. Από τον άνθρωπο αρπάζουν τον συνηθισμένο του τρόπο ζωής για άγνωστο διάστημα. Και ίσως και για πάντα. Αυτό έχει ξανασυμβεί στην ιστορία μας. Τον επόμενο χρόνο συμπληρώνονται 100 χρόνια απ’ όταν στις 29 Σεπτεμβρίου (1922) από την Αγία Πετρούπολη έφυγε για τη Γερμανία, για το λιμάνι του Στσέτσιν, το “Πλοίο των Φιλοσόφων”. Αλλο ένα δρομολόγιο με το οποίο οι μπολσεβίκοι έδιωξαν από τη Ρωσία 300 επιφανείς εκπροσώπους της πνευματικής ελίτ. (…) Με τους δημοσιογράφους και τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αυτή η ιστορία επαναλαμβάνεται. Αλλά τώρα αντί για το “Πλοίο των Φιλοσόφων” φεύγει το “Αεροπλάνο των Δημοσιογράφων”. Μιλάω σχηματικά βέβαια, αλλά δεκάδες εκπρόσωποι του επαγγέλματός μας αφήνουν τη Ρωσία».

Την περασμένη Δευτέρα έγινε γνωστό ότι διέφυγε στο εξωτερικό ο ανταποκριτής του BBC στη Μόσχα Αντρέι Ζαχάροφ. Ο ίδιος έφυγε καθώς δεν άντεξε τη συνεχόμενη φυσική του παρακολούθηση από τις ρωσικές Αρχές ασφαλείας. Η δημοσίευση της συγκεκριμένης είδησης στο Twitter συνοδευόταν από την – υποχρεωτική από τον νόμο για τους «ξένους πράκτορες» – ένδειξη: «Το παρόν μήνυμα (υλικό) δημιουργήθηκε και (ή) διακινήθηκε από ξένο μέσο μαζικής ενημέρωσης, που τελεί χρέη ξένου πράκτορα, και (ή) ρωσικού νομικού προσώπου, το οποίο τελεί χρέη ξένου πράκτορα». Το συγκεκριμένο μήνυμα, γραμμένο με μεγάλα γράμματα, θα πρέπει να συνοδεύει όλο το υλικό που δημοσιεύει το άτομο ή ο φορέας που έχει εισαχθεί στο μητρώο των «ξένων πρακτόρων», όπως ο ίδιος ο Ζαχάροφ.

Ο ανταποκριτής του BBC συμπτωματικά έχει το ίδιο επίθετο με τον μεγάλο ρώσο ακαδημαϊκό και υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Αντρέι Ζαχάροφ, το όνομα του οποίου φέρει το σημαντικό ευρωπαϊκό βραβείο «για ελευθερία της σκέψης». Φέτος με αυτό το βραβείο τιμήθηκε ο ρώσος φυλακισμένος αντιπολιτευόμενος πολιτικός Αλεξέι Ναβάλνι. Το βραβείο παρέλαβε η κόρη του, η 20χρονη Ντάρια. Την ίδια ώρα ένα άλλο «πνευματικό παιδί» του ίδιου του Ζαχάροφ, η ρωσική οργάνωση Μεμοριάλ, οδηγείται στο κλείσιμο. Ο αρχισυντάκτης της «Νόβαγια Γκαζέτα» Ντμίτρι Μουράτοβ στην προαναφερόμενη βράβευσή του με Νομπέλ Ειρήνης είχε πει τα εξής: «Το Μεμοριάλ ασχολείται με την επανόρθωση θυμάτων των σταλινικών διώξεων. Και το κατηγορούν οι εισαγγελείς για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μήπως επειδή πρόσφατα στη χώρα μας η FSB ξαναέκανε απόρρητα τα ονόματα των σταλινικών ανακριτών και εκτελεστών. Να θυμίσω, το Μεμοριάλ το ίδρυσε ο Ζαχάροφ. Ισως το μνημείο στον νεκρό Ζαχάροφ είναι πιο ασφαλές από το ζωντανό και λειτουργικό του πρότζεκτ».

Ο Μουράτοβ σε αυτή του την ομιλία, η οποία εκτός από μια ρεαλιστική και θαρραλέα περιγραφή της κατάστασης στη σημερινή Ρωσία αποτελεί και μια ωδή στην αξία της δημοσιογραφίας κόντρα στα απολυταρχικά καθεστώτα, επεσήμανε ο ίδιος το πρόβλημα που πλήττει τόσο τη Ρωσία όσο και ολόκληρο τον πλανήτη. Που δεν είναι άλλο από την αδιαφορία των πολιτών και την αδράνεια των Αρχών απέναντι στα φαινόμενα που τίμια και επαγγελματικά αποκαλύπτουν οι δημοσιογράφοι. Ο ίδιος, αναφερόμενος στην προσφυγική κρίση που δημιουργήθηκε στα σύνορα Λευκορωσίας – Πολωνίας και στο πώς οργανώθηκαν οι μαζικές αποστολές προσφύγων προς τη Λευκορωσία από το καθεστώς Λουκασένκο, είπε: «Είμαστε δημοσιογράφοι. Η δουλειά μας είναι κατανοητή: να διαχωρίζουμε το γεγονός από το ψέμα. Η νέα γενιά των επαγγελματιών δημοσιογράφων ξέρει να διερευνά τα γεγονότα με τη βοήθεια των big data, με τη βοήθεια βάσεων δεδομένων. Ερευνήσαμε και βρήκαμε ποιανού τα αεροπλάνα φέρνουν τους πρόσφυγες στο σημείο αυτής της σύγκρουσης. (…) Με αυτόν τον τρόπο, όπως διαπίστωσαν οι δημοσιογράφοι, όπως εμείς μπορέσαμε να ερευνήσουμε, οργανώνονται οι ένοπλες προβοκάτσιες και συγκρούσεις που οδηγούν στον πόλεμο. Εμείς οι δημοσιογράφοι διαλευκάναμε το πώς έγινε. Εμείς κάναμε τη δουλειά μας. Επειτα είναι δουλειά των πολιτικών. Ασχοληθείτε».  

Θέλοντας ή μη, ο Μουράτοβ επεσήμανε την καρδιά του προβλήματος που πλήττει τη Ρωσία και άλλες χώρες, το γεγονός ότι ενώ τα προβλήματα και οι υπαίτιοι είναι συχνά γνωστά θέματα (χάρη στη δουλειά των δημοσιογράφων) η κοινή γνώμη και οι αρμόδιες Αρχές αδιαφορούν για αυτά. Ενδεικτικές της κατάστασης είναι δύο πρόσφατες έρευνες του ρωσικού ανεξάρτητου ερευνητικού κέντρου Λεβάντα. Στη μία έρευνα η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων θεωρεί υπεύθυνους την ΕΕ και τις ΗΠΑ για την κατάσταση στα σύνορα της Λευκορωσίας. Στην άλλη έρευνα 66% των ερωτηθέντων εμφανίζονται «αδιάφοροι» όσον αφορά τον νόμο για τους «ξένους πράκτορες» της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 30 Δεκεμβρίου 2021